ΠΑΜΠΛΟ ΠΙΚΑΣΟ

Η φύση δεν παραβαίνει ποτέ τους δικούς της κανόνες..

Malcolm de Chazal, 1902-1981

Το λουλούδι στο βάζο χαμογελάει, αλλά δεν γελάει πια.

Κασέγεφ Ε.

Φύση: εκείνο το μέρος που ακόμη δεν πάτησε το ανθρώπινο πόδι!

Ούγκο Τσάβες

Αν το κλίμα ήταν τράπεζα θα το είχατε ήδη σώσει!

Φρίντριχ Ένγκελς

Τα γεγονότα μας θυμίζουν σε κάθε βήμα, ότι δεν κυριαρχούμε πάνω στην φύση, όπως κάποιος που θα βρισκόταν έξω από αυτήν, σαν κατακτητής που εξουσιάζει ένα ξένο λαό, αλλά ότι της ανήκουμε με την σάρκα μας, το αίμα μας και το μυαλό μας.

Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014

Κυνοφιλικό Μανιφέστο

Ο άνθρωπος αγαπάει τον σκύλο, αλλά θα τον αγαπούσε ακόμα περισσότερο αν λάβαινε υπόψη του ότι, μέσα στο άκαμπτο σύνολο των νόμων της φύσης, είναι μοναδική εξαίρεση αυτή η αγάπη που κατορθώνει να διαπεράσει όλους τους φραγμούς που χωρίζουν τα είδη.
Είμαστε μόνοι, απολύτως μόνοι πάνω σ' αυτόν τον τυχαίο πλανήτη, και ανάμεσα σε όλες τις μορφές ζωής που μας περιβάλλουν, ούτε μία, εκτός από τον σκύλο, δεν έχει συμμαχήσει μαζί μας. Μερικά πλάσματα μας φοβούνται, τα περισσότερα μας αγνοούν, και κανένα δεν μας αγαπάει.
Στον κόσμο των φυτών έχουμε βωβούς και ακίνητους σκλάβους, αλλά αυτοί μας υπηρετούν παρά τη θέλησή τους. Υφίστανται απλώς τους νόμους μας και το ζυγό μας. Είναι αδύναμοι τρόφιμοι φυλακής, θύματα ανίκανα να δραπετεύσουν. Μα, μόλις γυρίζουμε τα μάτια μας αλλού, σπεύδουν να μας προδώσουν επιστρέφοντας στην αλλοτινή άγρια και κακοποιό ελευθερία τους. Αν είχαν φτερά τα τριαντάφυλλα και το σιτάρι, θα το έβαζαν στα πόδια μόλις τα πλησιάζαμε, όπως κάνουν τα πουλιά.
Ανάμεσα στα ζώα μπορούμε να απαριθμήσουμε μερικούς υπηρέτες, που έχουν υποταχθεί από αδιαφορία, από δειλία ή από βλακεία: το αβέβαιο και άτολμο άλογο, που υπακούει μόνο στον πόνο και δεν αποκτά δεσμούς με τίποτε, ο παθητικός γάιδαρος, που μένει κοντά μας μόνο επειδή δεν ξέρει τί να κάνει, ούτε πού να πάει, αλλά που ωστόσο διατηρεί, με τη μαγκούρα ή τη σέλα, τη δική του ιδέα πίσω απ' τα αυτιά του. Η αγελάδα και το μοσχάρι είναι ευτυχισμένα, αρκεί να τρώνε, και υπάκουα, γιατί, εδώ και αιώνες, δεν έχουν πια ούτε μια δική τους σκέψη. Το αποβλακωμένο πρόβατο δεν έχει άλλον αφέντη από τον τρόμο. Η κότα είναι πιστή στην αυλή των κατοικίδιων ζώων, γιατί εκεί βρίσκει περισσότερο καλαμπόκι και σιτάρι απ' όσο στο διπλανό δάσος. Δε θα μιλήσω για τη γάτα, για την οποία εμείς είμαστε απλώς μία λεία υπερβολικά χοντρή και όχι φαγώσιμη, για την άγρια γάτα, της οποίας η λοξή περιφρόνηση μάς ανέχεται μόνο σαν ενοχλητικά παράσιτα, ακόμα και μέσα στην ίδια την κατοικία μας. Αυτή, βέβαια, τουλάχιστον μας καταριέται μέσα στη μυστηριώδη της καρδιά, ενώ τα άλλα ζώα ζουν κοντά μας σαν να ζούσαν κοντά σ' ένα βράχο ή ένα δέντρο. Δεν μας αγαπούν, δεν μας γνωρίζουν, μόλις μετά βίας αντιλαμβάνονται την παρουσία μας. Αγνοούν τη ζωή μας, το θάνατό μας, την αναχώρησή μας, την επιστροφή μας, τη θλίψη μας, τη χαρά μας, το χαμόγελό μας. Δεν ακούνε καν τον ήχο της φωνής μας, όταν αυτή παύει να είναι απειλητική, και όποτε μας κοιτάζουν το κάνουν με την επιφυλακτική έκπληξη του αλόγου, που μέσα από το μάτι του περνάει ακόμα ο πανικός του ελαφιού ή της γαζέλας που μας βλέπει για πρώτη φορά, ή με την άτονη έκπληξη των μηρυκαστικών, που μας θεωρούν απλά ένα στιγμιαίο και ανώφελο σύμπτωμα της βοσκής.



Εδώ και δεκάδες χιλιάδες χρόνια όλα αυτά τα ζώα βρίσκονται πλάι μας τόσο ξένα προς τις σκέψεις μας, προς στη στοργή μας, προς τα ήθη μας, σαν να τα άφησε μόλις χθες πάνω στη γη κάποιο αφιλόξενο άστρο. Μέσα στο απεριόριστο διάστημα που χωρίζει τον άνθρωπο από όλα τα άλλα πλάσματα, το μόνο που καταφέραμε με πολλή υπομονή ήταν να τα ωθήσουμε να κάνουν δυο-τρία απατηλά βήματα. Κι αν αύριο, αφήνοντας άθικτα τα αισθήματά τους απέναντί μας, η φύση τους έδινε τη νοημοσύνη και τα απαραίτητα όπλα για να μας νικήσουν, ομολογώ πως εγώ θα φυλαγόμουν από την παράφορη εκδίκηση του αλόγου, από τα πεισματάρικα αντίποινα του γαϊδάρου και τη λυσσαλέα μνησικακία του προβάτου. Θα απόφευγα τη γάτα όπως την τίγρη. Ακόμα και η καλή, η επίσημη και υπναλέα αγελάδα θα μου ενέπνεε μια εμπιστοσύνη επιφυλακτική. Όσο για την κότα, με το στρογγυλό και γρήγορο μάτι της, που ανακαλύπτει ένα γυμνοσάλιαγκα ή ένα σκουλήκι, θα με καταβρόχθιζε χωρίς να περάσει τίποτε από το νου της.

Μέσα σ' αυτή, λοιπόν, την την αδιαφορία και την πλήρη ακατανοησία που χαρακτηρίζει ό,τι μας περιβάλλει, μέσα σ' αυτόν τον μη κοινωνήσιμο κόσμο, όπου τα πάντα έχουν το σκοπό τους ερμητικά κλειστό μέσα τους, όπου κάθε προορισμός είναι αυτοπεριχαρακωμένος, όπου ανάμεσα στα πλάσματα δεν υπάρχουν άλλες σχέσεις από κείνες των δημίων με τα θύματά τους, εκείνων που τρώνε με εκείνα που τρώγονται, όπου τίποτα δεν μπορεί να βγει από τη στεγανή του σφαίρα, όπου μόνο ο θάνατος εγκαθιδρύει σκληρές σχέσεις αιτιών και αποτελεσμάτων ανάμεσα σε γειτονικές ζωές, όπου ούτε μια ελαφρά συμπάθεια δεν έκανε ποτέ ένα συνειδητό άλμα από το ένα είδος στο άλλο, ένα και μόνο ζώο, ανάμεσα σε όλα τα πλάσματα που αναπνέουν πάνω σ' αυτή τη γη, κατόρθωσε να διαρρήξει τον μοιραίο κύκλο, να ξεφύγει από τον εαυτό του, για να πηδήσει ως εμάς, να διαπεράσει οριστικά την πελώρια ζώνη σκοταδιού, πάγου και σιωπής που απομονώνει κάθε κατηγορία έμβιων όντων στο ακατανόητο πεδίο της φύσης.



Το ζώο αυτό, το καλό και οικείο σκυλί, όσο απλό και αυτονόητο κι αν μας φαίνεται σήμερα αυτό που έχει κάνει, πλησιάζοντας τόσο αισθητά ένα κόσμο στον οποίο δεν γεννήθηκε και για τον οποίο δεν προοριζόταν, έκανε μια από τις πιο παράξενες και απίστευτες πράξεις που θα μπορούσαμε να βρούμε μέσα στη γενική ιστορία της ζωής. Πότε άραγε πραγματοποιήθηκε αυτή η αναγνώριση του ανθρώπου από το ζώο, αυτό το καταπληκτικό πέρασμα από τη σκιά στο φως; Άραγε εμείς πρώτα αναζητήσαμε το κανίς, το μολοσσό ή το λαγωνικό ανάμεσα στους λύκους ή στα τσακάλια, ή μήπως εκείνο ήταν που ήρθε αυθόρμητα σε μας; Δεν ξέρουμε τίποτε σχετικά με αυτό. Από τότε που υπάρχουν ανθρώπινα χρονικά, ο σκύλος είναι στο πλευρό μας, όπως τώρα, αλλά τί είναι τα ανθρώπινα χρονικά μπροστά στις αμνημόνευτες εποχές; Πάντως εκείνος είναι παρών μέσα στα σπίτια μας, τόσο αρχαίος, τόσο καλά στη θέση του, τόσο τέλεια προσαρμοσμένος στα ήθη μας, σαν να εμφανίστηκε επί της γης έτσι όπως είναι και ταυτόχρονα με μας. Δεν χρειάζεται να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη ή τη φιλά του, είναι από γεννεσιμιού του φίλος μας. Με τα μάτια ακόμα κλειστά πιστεύει κιόλας σε μας. Ήδη πριν από τη γέννησή του έχει δοθεί στον άνθρωπο.

Αλλά η λέξη «φίλος» δεν αποδίδει επακριβώς τη στοργική λατρεία του. Μας αγαπάει και μας τιμάει σαν να τον είχαμε σώσει απ' το μηδέν. Είναι, πρώτα απ' όλα, το πλάσμα αυτό γεμάτο ευγνωμοσύνη και αφοσίωση μεγαλύτερη από την κόρη του οφθαλμού μας. Είναι ο έμπιστος και παθιασμένος σκλάβος μας, το οποίο τίποτα δεν τον αποθαρρύνει, τίποτα δεν τον σταματάει, τίποτα δεν του αλλοιώνει την φλογερή πίστη και την αγάπη. Έχει λύσει, με ένα τρόπο αξιοθαύμαστο και συγκινητικό, το τρομακτικό πρόβλημα που η ανθρώπινη σοφία θα είχε να λύσει, αν μια θεϊκή φυλή ερχόταν να καταλάβει τον πλανήτη μας. Πιστά, ευλαβικά και ανέκκλητα έχει αναγνωρίσει την ανωτερότητα του ανθρώπου κι έχει παραδοθεί σ' αυτόν ψυχή τε και σώματι, χωρίς υστεροβουλία, χωρίς να περιμένει ανταπόδοση, διατηρώντας από την ανεξαρτησία του, το ένστικτό του και τον χαρακτήρα του μόνο ένα μικρό κομμάτι, απαραίτητο για να συνεχίσει τη ζωή που έχει προδιαγράψει η φύση για το είδος του. Με μια βεβαιότητα, μια άνεση και μια απλότητα που μας εκπλήσσουν κάπως, θεωρώντας μας καλύτερους και ισχυρότερους απ' ό,τι υπάρχει, εκείνος προδίδει, προς όφελός μας, όλο το ζωικό βασίλειο, στο οποίο ανήκει, και απαρνιέται χωρίς ενοχές τη ράτσα του, τους δικούς του, τη μητέρα του, ακόμα και τα παιδιά του.




Δεν αγαπάει όμως ο σκύλος μόνο με τη συνείδησή του και τη νοημοσύνη του, αλλά, όπως φαίνεται, είναι το ένστικτο της φυλής του, ολόκληρο το ασυνείδητο είδος του, που δεν σκέφτεται παρά μόνο εμάς και δεν φροντίζει παρά για να μας είναι χρήσιμο. Για να μας υπηρετεί καλύτερα, για να προσαρμόζεται καλύτερα στις διάφορες ανάγκες μας, έχει πάρει όλες τις μορφές και έμαθε να ποικίλει επ' άπειρο τις ικανότητες και τις δεξιότητές που θέτει στη διάθεσή μας. Αν χρειάζεται να μας βοηθάει να κυνηγάμε το θήραμά μας στις πεδιάδες, τα πόδια του επιμηκύνονται υπέρμετρα, η μουσούδα του μακραίνει και λεπταίνει, οι πνεύμονές του διευρύνονται, και γίνεται πιο σβέλτος και από ελάφι. Αν το θήραμά μας κρύβεται στο δάσος, το υπάκουο πνεύμα του είδους, προλαβαίνοντας τις επιθυμίες μας, μας προσφέρει ένα είδος σχεδόν άποδο, που γλυστράει μέσα στα πιο πυκνά σύδεντρα. Αν ζητάμε να οδηγεί το κοπάδι μας, το ίδιο συγκαταβατικό πνεύμα τον προικίζει με το απαραίτητο ύψος, την εξυπνάδα, την ενεργητικότητα και την εγρήγορση που χρειάζεται. Αν τον προορίζουμε να μας φυλάει και να προστατεύει το σπίτι μας, το κεφάλι του στρογγυλεύει και γίνεται τερατώδες, ώστε η σιαγόνα του να είναι πιο γερή, πιο φοβερή και ανθεκτική. Αν κατεβαίνουμε μαζί του προς νότο, το τρίχωμά του κονταίνει και γίνεται πιο ελαφρό, για να μπορεί πιστά να μας ακολουθεί κάτω από τις ακτίνες του καυτού ήλιου. Αν ξανανεβαίνουμε προς βορρά, τα πόδια του πλαταίνουν, για να πατούν καλύτερα στο χιόνι, η γούνα του πυκνώνει, ώστε το κρύο να μην τον υποχρεώνει να μας εγκαταλείψει. Αν προορίζεται για τα παιχνίδια μας, να στολίζει και να δίνει ζωή στο σπίτι, επενδύεται με επιβλητική χάρη και κομψότητα, γίνεται πιο μικρός και από κούκλα, για να αποκοιμιέται στα γόνατά μας ή κοντά στο τζάκι. Δέχεται ακόμα και να φαίνεται λιγάκι γελοίος για να μας αρέσει, αν το δικό μας καπρίτσιο απαιτεί κάτι τέτοιο.

Μέσα στην πελώρια χοάνη της φύσης δεν θα βρείτε ούτε ένα ζωντανό πλάσμα που να έχει επιδείξει μια ανάλογη ευκαμψία, μια τέτοια αφθονία μορφών, μια τόσο θαυμαστή ευκολία προσαρμογής στις επιθυμίες μας. Είναι επειδή, μέσα στον κόσμο που γνωρίζουμε, ανάμεσα στις ποικίλες και πρωτόγνωρες μορφές ζωής που πρωτοστατούν στη εξέλιξη των ειδών, δεν υπάρχει καμία, εκτός από εκείνη του σκύλου, που να νοιάστηκε ποτέ για την παρουσία του ανθρώπου.



Θα μου πείτε ίσως ότι μπορέσαμε να μεταβάλουμε σχεδόν εξ ίσου ριζικά ορισμένα από τα κατοικίδια ζώα, όπως, λόγου χάρη, τις κότες, τις πάπιες, τις γάτες, τα κουνέλια. Ναι, ίσως, μολονότι αυτές οι μεταβολές δεν συγκρίνονται με κείνες του σκύλου, και το είδος υπηρεσιών που μας προσφέρουν αυτά τα ζώα παραμένει σχεδόν αμετάβλητο. Εν πάση περιπτώσει, είτε αυτή η αντίληψη είναι καθαρά φανταστική είτε ανταποκρίνεται σε μια πραγματικότητα, δεν φαίνεται να διακρίνουμε σ' αυτές τις αλλαγές, την ίδια καλή θέληση, πάντοτε ανεξάντλητη και φιλόφρονα, και την ίδια λεπτοφυή και αποκλειστική αγάπη. Εξ άλλου είναι πολύ πιθανό ότι ο σκύλος, ή μάλλον η απροσπέλαστη ιδιοφυΐα της ράτσας του, δεν ανησυχεί καθόλου για μας, και ότι εμείς απλά μπορέσαμε να επωφεληθούμε από τις ποικίλες ικανότητες που μας έχουν προσφέρει οι άφθονες συμπτώσεις της ζωής. Δεν έχει σημασία. Αφού δεν ξέρουμε τίποτα για το βάθος των πραγμάτων, πρέπει να προσδενόμαστε στα φαινόμενα, και είναι παρήγορο να διαπιστώνουμε ότι, τουλάχιστον φαινομενικά, υπάρχει πάνω στον πλανήτη, όπου ζούμε μοναχικά, σαν παραγνωρισμένοι βασιλιάδες, ένα πλάσμα που μας αγαπά.

Ό,τι κι αν συμβαίνει μ' αυτά τα φαινόμενα, είναι οπωσδήποτε βέβαιο ότι, από το σύνολο των νοημόνων πλασμάτων που έχουν δικαιώματα, καθήκοντα, μια αποστολή και έναν προορισμό, ο σκύλος είναι ένα αληθινά προνομιούχο ζώο. Σ' αυτόν τον κόσμο καταλαμβάνει μια μοναδική θέση, που είναι η πιο αξιοζήλευτη απ' όλες. Είναι το μόνο ζωντανό πλάσμα που έχει βρει και αναγνωρίσει έναν αναμφισβήτητο θεό, απτό, αδιαφιλονίκητο και οριστικό. Ξέρει σε τί αφιερώνει το καλύτερο κομμάτι του εαυτού του. Ξέρει σε ποιόν ανώτερό του προσφέρεται. Δεν είναι αναγκασμένος να αναζητά μια τέλεια, ανώτερη και άπειρη δύναμη μέσα στα σκοτάδια, στα αλλεπάλληλα ψέματα, στις υποθέσεις και στα όνειρα. Αυτή η δύναμη είναι παρούσα, μπροστά του, κι εκείνος κινείται μέσα στο δικό της φως. Γνωρίζει τα ύψιστα καθήκοντα που όλοι εμείς αγνοούμε. Έχει μια ηθική που υπερβαίνει ο,τιδήποτε ανακαλύπτει μέσα του, και την οποία μπορεί να εφαρμόζει δίχως δισταγμό και δίχως φόβο. Έχει ένα ιδεώδες θετικό και στέρεο και κατέχει την αλήθεια στην πληρότητά της.

M a u r i c e   M a e t e r l i n c k